ΕΠΙΦΑΝΕΊΣ ΚΑΙ ΑΦΑΝΕΊΣ ΑΓΩΝΙΣΤΈΣ ΚΑΙ ΑΓΩΝΙΣΤΡΙΕΣ ΤΗΣ ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΣΗΣ ΤΩΝ ΙΩΑΝΝΙΝΩΝ, 21 ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ 1913
Γράφει η Αργυρώ Γερ. Χατζηπαναγιώτου
ΠΡΟΛΟΓΟΣ
Τα Ιωάννινα η πόλη της Ελλάδας με τη μακραίωνη ιστορία ήταν σκλαβωμένη για αιώνες στους Οθωμανούς Τούρκους. Ο ζυγός της σκλαβιάς ήταν βαρύς.
Επαναστατικά κινήματα είχαν γίνει αρκετά, αλλά πάντα κατέληγαν άδοξα, και ο βρόχος της υποδούλωση έσφιγγε ολοένα και περισσότερο.
Με την έναρξη, όμως, των βαλκανικών πολέμων, το 1912, άρχισε να πνέει, ένας αέρας διαφορετικός, που έστελνε μηνύματα ελευθερίας στους σκλαβωμένους Γιαννιώτες. Η παρουσία και η μαχητικότητα των ελληνικών στρατευμάτων στα χώματα της Ηπείρου, αναπτέρωσε τις ελπίδες τους για την απελευθέρωση της πόλης από τον οθωμανικό ζυγό.
ΕΘΕΛΟΝΤΕΣ
Αλλά, για να απελευθερωθεί η πόλη, από τη μακροχρόνια σκαλβιά, προηγήθηκε μία σειρά επίπονων και αιματηρών πολεμικών συγκρούσεων, στρατηγικών ελιγμών, κατασκοπευτικής δράσης, αλλά και ανεξάντλητης πίστης στον αγώνα για την απελευθέρωση της Ηπειρωτικής γης, από την πλευρά των μαχόμενων Ελλήνων.
Σημαντικός παράγοντας, που έπαιξε ρόλο στην απελευθέρωση των Ιωαννίνων ήταν η δράση των εθελοντικών σωμάτων που συγκροτήθηκαν από Έλληνες αλλά και ξένους και τα οποία έφθασαν, στο πεδίο της μάχης από όλα τα μήκη και πλάτη της Ελλάδας, της Ευρώπης και της Αμερικής, για να συνδράμουν τον Ελληνικό Στρατό.
Τρανό παράδειγμα είναι το εθελοντικό σώμα των Γαριβαλδινών της Ιταλίας που ενώθηκε με το ελληνικό εθελοντικό σώμα με επικεφαλής τον Αλέξανδρο Ρώμα, από την Ζάκυνθο.
ΜΑΧΗ ΤΟΥ ΔΡΙΣΚΟΥ
Όλες οι μάχες που δόθηκαν στην περιοχή γύρω από το Μπιζάνι ήταν μάχες πολεμιστών με ψυχή αποφασισμένων να θυσιάσουν τη ζωή τους για την επίτευξη του ιερού σκοπού: την απελευθέρωση των Ιωαννίνων. Αν και όλες οι συγκρούσεις ήταν σημαντικού ενδιαφέροντος, αξίζει να εστιάσουμε στη μάχη του Δρίσκου που έλαβε χώρα τον Νοέμβριο του 1912. Στη σφοδρή αυτή μάχη πολέμησαν με
γενναιότητα και αυτοθυσία 800 εθελοντές, Έλληνες και ξένοι, με ελλιπή εξοπλισμό απέναντι σε 8000 Τούρκους άριστα εξοπλισμέμους. Το αποτέλεσμα ήταν να αποδεκατιστεί το σώμα Γαριδαλβινών και να χάσουν τη ζωή τους μεταξύ πολλών άλλων αφανών αγωνιστών, και δύο γενναίοι άνδρες, ο επτανήσιος ποιητής και πολιτικός Λορέντζος Μαβίλης και ο Δήμαρχος Ρεθύμνου Κωνσταντίνος Γερακάρης.
Ο Γερακάρης αντικρύζοντας τα Γιάννενα είχε πει, προφητικά, στον Μαβίλη: «Γιάννενα. Τι όμορφη πόλη! Αξίζει να σκοτωθεί κανείς για αυτήν». Την επόμενη μέρα σκοτώθηκαν και οι δύο στη σφοδρή αυτή μάχη. Τα τελευταία λόγια του Λορέντζου Μαβίλη δείχνουν το ήθος και την αγάπη του ανδρός για την Πατρίδα: «Δεν είχα φανταστεί ποτέ ότι θα είχα την μεγάλη τιμή να πεθάνω για την Ελλάδα».
ΑΣΠΑΣΙΑ ΡΑΛΛΗ ΜΑΥΡΟΜΙΧΑΛΗ
Στη μάχη αυτή, έλαβε μέρος και μία γυναίκα η Ασπασία Μαυρομιχάλη Ράλλη. Η Ασπασία Μαυρομιχάλη, σύζυγος του πολιτικού Ιωάννη Ράλλη, κόρη του Κυριακούλη Μαυρομιχάλη, ήταν μια γενναία γυναίκα από το Λιμένι της Μάνης, η οποία διακρίθηκε για την προφορά της στους Βαλκανικούς Αγώνες τόσο ως νοσοκόμα όσο και ως μάχιμη αγωνίστρια στην Ήπειρο, στη μάχη του Δρίσκου, στο πλευρό του θείου της Αλέξανδρου Ρώμα.
Ο Γαριβαλδινός δημοσιογράφος Νικόλαος Καρβούνης που ήταν παρών, αργότερα, έγραψε: «Καθ’ ην στιγμήν η μάχη ευρίσκετο εις το ζενίθ, έλαβε χώραν επεισόδιον άξιον να απαθανατιστεί παρά της ενδόξου ιστορίας των Ελληνίδων. Εκκινήσασα μόνη από του νοσοκομείου όπου ενοσήλευεν τους τραυματίας, η κυρία Ασπασία Ράλλη (…), επροχώρησεν ατάραχος ωσάν να μετέβαινεν εις χαρμόσυνον τελετήν, μέχρι της πρώτης γραμμής του πυρός παρά το πλευρόν του θείου της αρχηγού.
Ευθυτενής απέναντι των σφαιρών και των οβίδων, μερικαί των οποίων κατεθρυματίζοντο γύρω της έλαβεν εκ των χειρών αξιωματικού επιτελούς έν όπλον και έρριψεν αρκετάς σφαίρας κατά του εχθρού…»
Η ίδια η Ασπασία Μαυρομιχάλη, περιγράφοντας τα γεγονότα, σε μία συνέντευξή της στην Εφημερίδα Ελλάς, μεταξύ άλλων είπε: «-Σφαίρες και οβίδες μας χτυπούσανε από τα αντικρυνά υψώματα και μεσ’ στην εκκλησία είχαμε τους πληγωμένους. Ήσαν 140 τραυματισμένοι. (…)Τι παράξενο αλήθεια νοσοκομείο; Κανείς δεν βογγούσε, ούτε ένα ωχ δεν ακουγόντανε. Και μόνο το φυτίλι του καντηλιού σιγότριζε που θαμπά φωτούσε μεσ’ στην εκκλησιά»
ΔΡΑΣΗ ΚΑΤΑΣΚΟΠΩΝ
Σημαντικό, επίσης, ρόλο στην απελευθέρωση της πόλης έπαιξε η δράση, των κατασκόπων, παράγοντας που έδρασε ως καταλύτης για την πτώση του απόρθητου οχυρού του Μπιζανίου, το αποκαλούμενο και “Σκύλα”, που κάτω από το βάρος του τσιμεντένιου όγκου του, το όνειρο της ελευθερίας γινόταν συντρίμμια. Αλλά, επειδή στη μακραίωνη ιστορία της ανθρωπότητας τα κάστρα, τα φρούρια, τα οχυρά πέφτουν συνήθως εκ των έσω, το οχυρό του Μπιζανίου δεν κατάφερε να γίνει η εξαίρεση του κανόνα. Το δίκτυο των κατασκόπων που είχε συγκροτηθεί εντός της πόλης έστελνε πληροφορίες στο ελληνικό στρατηγείο. Την κωδικοποίηση των πληροφοριών που έφευγαν από την πολιορκημένη πόλη προς τον Ελληνικό Στρατό είχε αναλάβει το δίκτυο Ελλήνων κατασκόπων. Μεταξύ αυτών ήταν και μία νεαρή Ελληνίδα η Αντιγόνη Τζαβέλλα η οποία κωδικοποιούσε τις πληροφορίες με ένα πολύπλοκο αριθμητικό κώδικα.
Το δίκτυο των κατασκόπων αποφασίζει να προσεγγίσει τον ελληνικής καταγωγής αξιωματούχο του Εσάτ Πασά, Νικόλαο Μπιστατζόγλου που έμεινε στην ιστορία ως Νικολάκη Εφέντης. Με την παρότρυνση του Μητροπολίτη Ιωαννίνων Γερβάσιου Ωρολογά, ο Νικολάκη Εφέντης, διακατεχόμενος από πατριωτισμό, πείθεται να δώσει στην ελληνική πλευρά τα σχέδια των οχυρών του Μπιζανίου, με την προϋπόθεση ότι η δράση του θα παρέμενε μυστική γιατί φοβόταν για την ασφάλεια τη δική του και της οικογένειας του που ζούσε στην Τουρκία. Έτσι με την απελευθέρωση της πόλης ο Νικολάκης Εφέντης συνελήφθη μαζί με τους Τούρκους και αργότερα με την ανταλλαγή αιχμαλώτων πήγε στην Τουρκία. Φθάνοντας, όμως, εκεί συνελήφθη διότι, εν τω μεταξύ, οι Τούρκοι είχαν πληροφορηθεί την δράση του, εξ αιτίας ενός δημοσιεύματος στην εφημερίδα Πατρίς από κάποιον δημοσιογράφο ονόματι Κοντοφώτη. Ο Νικολάκης Εφέντης και η επταμελής οικογένειά του (γονείς και 5 αδελφές) βασανίστηκαν και απαγχονίστηκαν από τους Τούρκους περνώντας, έτσι, στο Πάνθεον των μαρτύρων.
ΤΕΛΙΚΗ ΕΠΙΘΕΣΗ
Με την απόκτηση των σχεδίων του Μπιζανίου οι επιθέσεις του ελληνικού στρατού πλέον ήταν στοχευμένες και καταιγιστικές. Σε σύντομο χρονικό διάστημα το απόρθητο οχυρό έπεσε. Διακρίθηκαν μεταξύ πολλών άλλων αξιόμαχων στρατιωτών και αξιωματικών, ο Αντισυνταγματάρχης Διονύσιος Παπαδόπουλος και οι Ταγματάρχες Ιωάννης Βελισσαρίου και Γεώργιος Ιατρίδης, για τη γενναιότητα και
τους παράτολμους στρατηγικούς σχεδιασμούς τους που οδήγησαν το στράτευμα στη νίκη.
ΕΠΙΝΙΚΕΙΑ-ΕΠΙΛΟΓΟΣ
Τα Γιάννενα επέσανε και η χαρά όλων ήταν μεγάλη. Αλήθεια ποια να ήταν η συναισθηματική κατάσταση των ανθρώπων την 21η φεβρουαρίου του 1913 όταν ακούστηκε το χαρμόσυνο νικητήριο άγγελμα;
Η Γκυ Σαντεπλαίρ, σύζυγος του Γάλλου Προξένου Δυσσάπ, στα Γιάννενα, στο βιβλίο της Πολιορκημένη Πόλη μας δίνει μια περιγραφή των γεγονότων και των συναισθημάτων των κατοίκων στην ελεύθερη πλέον πόλη των Ιωαννίνων:
21η φεβρουαρίου 1913 “…Αυγή νέα… αυγή ιστορική! η πόλις που εκοιμήθη Τουρκική και Οθωμανική εξύπνησεν Ελληνική και Χριστιανική!… Τότε ηκούσθη η απερίγραπτος φωνή της απελευθερώσεως, ο ίλιγγος του ενθουσιασμού, μια χαρά αφελής, χαρά όλως διόλου νέα, η οποία μόλις εν τούτοις με ένα μεθυστικόν ενθουσιασμόν… επίστευε… Είδα την πρώτην χαράν του λαού των Ιωαννίνων… Την είδα εις τον δρόμον.. Η στιγμή αυτή υπήρξε μοναδική στιγμή περί της οποίας αι γραμμαί αύται δεν δύνανται παρά πολύ αμυδράν ιδέαν να δώσουν… αλλά της οποίας την συγκίνησιν θα ενθυμούμαι πάντοτε.. Όλοι έκλαιαν, εγελούσαν, ενηγκαλίζοντο αλλήλους… Τρελλά με λυγμούς εις την φωνήν, με μανίαν ή με έκστασιν εφώναζαν ζήτω η Ελλάς, ζήτω ο ελληνικό στρατός…»
Κλείνοντας, αξίζει να σημειώσουμε ότι ο αγώνας για την απελευθέρωση των Ιωαννίνων ξεκίνησε από μία ανυπακοή. Μετά την απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης το 1912 ο αντιστράτηγος Κωνσταντίνος Σαπουντζάκης μη υπακούοντας στις διαταγές για παραμονή του στρατεύματος στα μετόπισθεν, προχώρησε προς τα Ιωάννινα. Αν δεν είχε συμβεί αυτό το γεγονός, ίσως η εξέλιξη να ήταν διαφορετική. Αλλά με τα αν και τα ίσως δεν γράφεται η Ιστορία. Οι λαμπρές σελίδες της γράφονται από ανθρώπους αποφασισμένους να θυσιάσουν τη ζωή τους για την Πατρίδα. Και οι Μπιζανομάχοι ήταν αποφασισμένοι και το απέδειξαν.
Αποφασισμένος να πολεμήσει υπέρ βωμών και εστιών ήταν και ο Μπιζανομάχος Γάκης Γεώργιος, από την Αρκαδία. Πολέμησε γενναία και εμπνεόμενος από την απελευθέρωση της πόλης γράφει ένα έμμετρο γράμμα, ένα ποίημα, απευθυνόμενος στη μητέρα του, στο οποίο περιγράφει τη συναισθηματική του φόρτιση, αλλά και τις συνθήκες κάτω από τις οποίες έπεσε το Μπιζάνι.
Σημείωση: Το κείμενο: «Επιφανείς και αφανείς αγωνιστές και αγωνίστριες της απελευθέρωσης των Ιωαννίνων, 21 Φεβρουαρίου 1913» είναι η ομιλία της Αργυρώς Χατζηπαναγιώτου στην εκδήλωση (23/2/2025) του Πολιτιστικού Συλλόγου Ηπειρωτών Αγίας Βαρβάρας, «Απειρωτάν» για τα 112 από την απελευθέρωση της Ηπείρου από τον Οθωμανικό ζυγό.
ΙΣΤΟΡΙΚΕΣ ΚΑΙ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΕΣ ΔΙΑΔΡΟΜΕΣ
Γράφει η Αργυρώ Χατζηπαναγιώτου
Εκπαιδευτικός – Μ.Α. Λογοτεχνίας
(Μεθοδολογία και Έρευνα)