OTA VOICE
Πολιτιστικά

ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΕΣ ΔΙΑΔΡΟΜΕΣ: Βασίλειος Φλαμπουράρης: Αντιθετικοί Παραλληλισμοί – Μία αναλυτική προσέγγιση

Γράφει η Αργυρώ Χατζηπαναγιώτου, Εκπαιδευτικός με Μ.Α.  Λογοτεχνίας του UNED Μαδρίτης

ΟΙ Αντιθετικοί Παραλληλισμοί του Βασίλειου Φλαμπουράρη, εκδ. Θερμαϊκός, 2021  είναι μία συλλογή 50 ποιημάτων τα οποία γράφτηκαν, κατά δήλωση του ίδιου του ποιητή στην πρώτη διαδικτυακή παρουσίασή τους, κατά τη διάρκεια του πρώτου υποχρεωτικού εγκλεισμού, την Άνοιξη του 2020, λόγω πανδημίας.

Ο Βασίλειος Φλαμπουράρης  περιγράφει με συμβολισμούς και αλληγορίες, ζωγραφίζοντας με ιμπρεσιονιστική ακρίβεια,  τις καταστάσεις που βίωσε κατά τη διάρκεια του εγκλεισμού  ως σκεπτόμενος άνθρωπος που αγωνιά για το αβέβαιο και δύσκολο παρόν που προέκυψε ως κεραυνός εν αιθρία. 

Ο ποιητής κινείται στον δικό του προσωπικό χώρο σε «σκοτεινά δωμάτια σιωπής», όπως χαρακτηριστικά λέει στο ποίημα «Οροφοδιαμερίσματα». Τα ποιήματά του είναι μία σιωπηρή κραυγή αγωνίας.  Η νοσηρή πραγματικότητα που βιώνει τον πνίγει και προσπαθεί να δραπετεύσει πλάθοντας ωραίες εικόνες διαφυγής με τον νου. Το πόσο εγκλωβισμένος αισθάνεται το βλέπουμε στο πρώτο ποίημα της Συλλογής που έχει τον τίτλο: «Κτητικότητα (καταστρατήγηση αρχών)», στο οποίο περιγράφει την απελευθέρωση ενός φυλακισμένου σιωπηλού αηδονιού που πετά μακριά του επειδή το έχει πληγώσει. Αναφέρεται, άραγε, σε κάποιο τρίτο πρόσωπο; Ή είναι ο ίδιος ο πληγωμένος του εαυτός; Ναι, θα μπορούσε να είναι ο ίδιος ο ποιητής. Το λέει στο ποίημα «Οροφοδιαμερίσματα» : «Το χαμηλό ταβάνι πολτοποιεί τις σκέψεις μου». Βλέπει το ταβάνι να χαμηλώνει ως άλλος Καρυωτάκης που στο ποίημα: «Εμβατήριο πένθιμο και κατακόρυφο» λέει: «Στο ταβάνι βλέπω τους γύψους/(…)/Α! πρέπει τώρα να φορέσω/τ’ ωραίο εκείνο γύψινο στεφάνι/Έτσι, με πλαίσιο το ταβάνι/πολύ θ’ αρέσω». Ο Καρυωτάκης σαρκάζει. Ο ποιητής μας νιώθει να συνθλίβεται, και αγωνιά. Αισθάνεται φυλακισμένος. Το δηλώνει στο ποίημα, «Επιθετικότητα» : «Ένας άνθρωπος /φυλακισμένος σ’ ένα παράθυρο στη μεγαλούπολη».

Στην τοπογραφία της ποίησης του Β. Φλαμπουράρη ο κόσμος των πουλιών κατέχει μία εξέχουσα θέση. Αισθάνεται ο ποιητής την ανάγκη να πετάξει, να ξεφύγει από αυτά που τον πληγώνουν. Και γι’ αυτό ζωγραφίζει με τις λέξεις εικόνες ελευθερίας με χελιδόνια, γλάρους περιστέρια. Αντιλαμβάνεται τον κόσμο των πουλιών ως σύμβολο ελευθερίας.

Πώς θα μπορούσε άλλωστε να παραβεί τον ποιητικό κανόνα που θέλει τον κόσμο των πτηνών και των δέντρων να κατέχει εξέχουσα θέση στην ποίηση:  «Όσο υπάρχουν ποιητές/ τα πουλιά θα πετούν/ και τα δέντρα θ’ ανθίζουν», γράφει ο  Τάκης Βαρβιτσιώτης.  Έτσι και ο ποιητής μας φαντάζεται στο ποίημα, «Αόρατος εχθρός», « Ένα λευκό περιστέρι» να χτυπά με το ράμφος του το παράθυρο και να τον ξυπνά από τον λήθαργο, διώχνοντας τους εφιάλτες. Σαν το ποιητή ενός άλλου καιρού, που βάζει ένα άσπρο περιστέρι να κάθεται στο πρεβάζι του παραθύρου του: «Σήμερα ήρθε και κάθισε στο πρεβάζι /του παραθύρου μου/ ένα άσπρο περιστέρι», λέει ο Μίλτος Σαχτούρης. 

Λευκό είναι, επίσης, το περιστέρι στο ποίημα του Β. Φλαμπουράρη: «Pablo Picaso(Γαλάζια περίοδος). Ο ποιητής  αναφέρεται στον πίνακα: Niño- o niña con paloma(Παιδί ή παιδίσκη με περιστέρι), 1901. Ο πίνακας ανήκει στην Γαλάζια Περίοδο του ζωγράφου και κατατάσσεται από τους κριτικούς τέχνης στο ρεύμα του Μετα-ιμπρεσιονισμού. Οι ζωγράφοι, οι ανήκοντες σε αυτό ρεύμα, προσπαθούν να προσθέσουν στους πίνακές τους εκτός από τα ζωντανά χρώματα  και το παιχνίδισμα με το φως και το συναισθηματικό στοιχείο. Ο ποιητής, ως άλλος ζωγράφος του λόγου, σε αυτό το ποίημα κάνει ουσιαστικά μία μερική περιγραφή του πίνακα του Πικάσο μιλώντας, συγχρόνως, για τα δικά του βιώματα και διαψεύσεις: «Ήταν ένα ντροπαλό παιδί/κρατούσε στην αγκαλιά του ένα λευκό περιστέρι/Ανέμενε ευλαβικά να μεγαλώσει και να πετάξει/ Να ζήσει ελεύθερο σε αρμονία με τη φύση/Μέχρι που χάθηκε στο γαλάζιο δάσος». 

Ο ποιητής αναζητά γαλήνη, ψυχική ηρεμία για να μπορέσει να ξεπεράσει τις δυσκολίες του σήμερα.  Ψάχνει  την χαμένη παιδική του ηλικία. Θέλει να ξαναζήσει ευτυχισμένες παιδικές στιγμές, σε αρμονία με τη φύση,  σαν τον Αιμίλιο του Ζαν Ζακ Ρουσώ.  Τα «σκοτεινά δωμάτια σιωπής» τον πνίγουν. Νιώθει ότι έχει χάσει τον δρόμο του. Τα ποιήματα που ακολουθούν μοιάζει, μέχρι ενός σημείου, να μας δείχνουν την πορεία του ντροπαλού παιδιού που χάθηκε στο γαλάζιο δάσος. Στο ποίημα, «Αυτοκαταστροφή» που ακολουθεί, γράφει: «Μακριά απ’ τον άνθρωπο/Μακριά απ’ την προδοσία». Αισθάνεται προδομένος, όπως ο Κώστας Καρυωτάκης που στο ποίημα του, «Υποθήκαι» έγραψε: «Ρίξε το όπλο και σωριάσου πρηνής/ όταν ακούσεις ανθρώπους».  Και συνεχίζει ο ποιητής σε ένα δρόμο που είναι δύσβατος και γεμάτος με αμφιταλαντεύσεις. Στο ποίημα, «Δύσβατος δρόμος», λέει: «Κι απορώ με μένα που αμφιταλαντεύομαι/μεταξύ μιας αφιλοκερδούς προσφοράς/ κι ενός πλουσιοπάροχου τρόπου ζωής» Πράττει, όμως, «Κατά συνείδηση». Αναλογίζεται σκυθρωπός ο ποιητής. Στο ποίημα, «Προορισμός» αναρωτιέται καθώς αγναντεύει το πέλαγος όταν «ο ήλιος δύει υπό τις ιαχές του αέρα» για το ποιος είναι ο προορισμός του, ποιο είναι το μέλλον; Και «Ένα παλιό ιστιοφόρο περνά από μπροστά μου/ παρασύροντάς με –στιγμιαία- στο μέλλον». Αλλά αυτό είναι αυτό είναι μόνο για μια στιγμή. Τον καταλαμβάνει και πάλι η μελαγχολία. Και αναρωτιέται στο ομώνυμο ποίημα, «Μελαγχολία»: «Αναχωρώ; /Για πού;». Πετάει με ένα αεροπλάνο «προς τ’ αναιμικά σύννεφα» (…) «Να αισθανθώ άνθρωπος και πάλι/ Μα δυστυχώς βλέπω μόνο κουκίδες». Στο ποίημα, «Αόρατος εχθρός» το λευκό περιστέρι είναι ο λυτρωτής που διώχνει τον εφιάλτη.

Τα ποιήματα του Φ. Φλαμπουράρη λες και συνθέτουν έναν ιμπρεσιονιστικό πίνακα  όπου επικρατούν τα χρώματα και το φως, τα χρώματα της φύσης, το γαλάζιο της θάλασσας και του ουρανού. Το λευκό των περιστεριών, «Ένα άσπρο νούφαρο της λίμνης» («Κάτι ουσιώδες»), «Ένα λευκό τριαντάφυλλο» («Κοίμηση Θεοτόκου») και «οι αμυγδαλιές ανθίζουν νυφικές» («Άνοιξη- Primavera». Είναι μερικά δείγματα χρωματικής ποιητικής πανδαισίας. Διακρίνουμε μια ιμπρεσιονιστική αντίληψη του ποιητή στην καταγραφή των εντυπώσεών του. Άλλωστε κατά τον Καντ που τόσο εκτιμά, ο κόσμος είναι ένα σύνολο εντυπώσεων υποκειμενικό που απέχει από την αντικειμενικότητα. Από την άποψη αυτή ο υποκειμενισμός, ως σύνολο εντυπώσεων,  είναι ιμπρεσιονισμός.  

Ιδιαίτερη θέση στα, εν λόγω ποιήματα, κατέχει το φως, ο ήλιος, το φεγγάρι, η πανσέληνος.  Στο ποίημα, «Άνοιξη-Primavera”, λέει: «Φως παντού» , στο  «Τείνω στο άπειρο που δεν μπορώ ποτέ να φτάσω» , γράφει: « Ο ήλιος ξεπροβάλλει από τη θάλασσα/ σαν την αναδυομένη Αφροδίτη του Μποτιτσέλι» , στο «Αναπάντεχο μονοπάτι» δοξάζει τον ζωοδότη ήλιο: «Κι ο βασιλιάς Ήλιος φώτισε το δωμάτιο μου», στο «Κάτι ουσιώδες» , «Ένα χαμόγελο του ήλιου» τον παρηγορεί. Μετά τον ήλιο σύντροφός του το φεγγάρι. Το φεγγάρι και η πανσέληνος, επίσης, κατέχουν μια σημαντική θέση στον πίνακα των εντυπώσεων του ποιητή. Αποτελούν και αυτά μέρος του μικρόκοσμου του: «Περπατούσα αμέριμνος το βραδινό μονοπάτι του φεγγαριού» («Μικρόκοσμος»). Το φως του φεγγαριού του τονώνει την ερωτική διάθεση: «πανσέληνος σ’ ένα απομονωμένο σαλέ»(«Ηδονή»), «Ατενίζαμε το ώριμο κεράσι της πανσελήνου» («Άλλη διάσταση»), «Ένα φεγγάρι παπαρούνες στολίζει τα μαλλιά σου» («Ερωτικό (ΒΦ)». 

Οι χρωματικές εντυπώσεις στα ποιήματα του Β. Φλαμπουράρη ακολουθούν μία πορεία γραμμική χωρίς διακυμάνσεις. Οι ηχητικές, όμως, εικόνες που συνθέτει ακολουθούν μία πορεία τεθλασμένη.  Μεταξύ της σιωπής και ήχων άγριων και εκκωφαντικών που διαταράσσουν τον σιωπηλό κόσμο του ποιητή. Μας το αποκαλύπτει στο ποίημα, «Φιλοσοφικό Consensus»: «Η όραση μια ευθεία γραμμή ζωής./ Η ακοή μια τεθλασμένη γραμμή ιστορίας». Στον κόσμο του ποιητή υπάρχει εναλλαγή σιωπής και ήχων ενοχλητικών. Εναλλαγή σιωπής και κακοφωνίας. Το αηδόνι σιωπά: «Μιλώ σ’ ένα αηδόνι κι εκείνο σιωπά»(« Κτητικότητα» Καταστρατήγηση αρχών ), «ο κινητήρας πάντως έχει πάψει πια να θορυβεί»( «Η μηχανή του χρόνου»). Η σιωπή είναι πένθιμη: «Η εκκλησία ηχεί πένθιμα/Καμπάνες δακρύζουν (…) Πιστοί πουθενά»( «Μεγάλη Παρασκευή»). «Ο ήλιος δύει υπό τις ιαχές του αγέρα» («Προορισμός), «Το σώμα του καλοριφέρ γρυλίζει» (« Status Quo») , «Οι γλάροι ουρλιάζουν από αγανάκτηση» («Αυτοκαταστροφή») , «Αφόρητοι ήχοι» («Καλοκαίρι»). Ο άνεμος λυσσομανά: «Αποκοιμήθηκε ο ούριος  άνεμος» («Ατυχής σύμπτωση»). «Η κακοφωνία των τζιτζικιών δεν μ’ αφήνει να κοιμηθώ» («Νυχτερινή περίπολος»). Ο αξιοπρεπής άνθρωπος σιωπά: «Η σεμνή αξιοπρέπεια έχει γίνει στωική/ Σιωπηρή, καλά κρυμμένη στα ξερά φύλλα του Φθινοπώρου» («Απορίας άξιον». Αλλά η σιωπή είναι αγνή: «Ένα λευκό τριαντάφυλλο/ αγνή σιωπή στη μετοίκηση των ουρανών –της Παναγίας» («Κοίμηση της Θεοτόκου»). Ένα μονάχα μένει αναλλοίωτο στο χρόνο, η χαμένη αθωότητα : «Το γέλιο και τα παιχνίδια των παιδιών» («Μνήμη»). 

Τον απασχολεί έντονα η έννοια της αιωνιότητας και  προσπαθεί να την ορίσει, να την ζωγραφίσει  με τον ποιητικό του λόγο. Δύο στοιχεία είναι αυτά που την συνθέτουν, το υγρό στοιχείο και το φως, η θάλασσα και ό ήλιος. Η αιωνιότητα είναι εκεί που σμίγει το υγρό στοιχείο με το φως.  Στο ποίημα, «Αιωνιότητα» γράφει: «Θεόρατα κύματα προσπαθούν να αγγίξουν την ανατολή». Κάπως έτσι αντιλαμβάνεται την αιωνιότητα και ο Γάλλος συμβολιστής ποιητής,  Ρεμπώ: «Ξαναβρέθηκε!/ Ποια; – Η Αιωνιότητα/Είναι η θάλασσα που σμίγει/Με τον ήλιο». 

Ο ποιητής προσπαθεί να προσανατολιστεί, να καταλάβει προς τα πού πρέπει  να πάει. Το παρόν είναι επίπονο προς τα πού να στραφεί; «Στον διαυγή ορίζοντα του μέλλοντος ή στο γκρίζο παρελθόν» («Η μηχανή του χρόνου»). Παρελθόν, παρόν, μέλλον κινούνται σε ένα χρονικό ορίζοντα που φαντάζει μετέωρος.  Προσπαθεί να συμφιλιωθεί με το άπειρο ακολουθώντας τη σκέψη του Καρυωτάκη: «Με το μηδέν και το Άπειρο να συμφιλιωθούμε», αλλά διαπιστώνει ότι ακόμα και αν τείνει προς το άπειρο δεν θα το φθάσει ποτέ. Όπως και ο ρομαντικός Ιταλός ποιητής Τζιάκομο Λεοπάρντι που έγραψε: «Βυθίζομαι στις σκέψεις και ο φόβος/ Αγγίζει την καρδιά μου. Κι όταν ακούω/Τον άνεμο να μαίνεται στα δέντρα/ Εκείνη φέρνω την ατέλειωτη σιωπή/Δίπλα σε τούτη τη φωνή, κι έρχεται το άπειρο/ Στο νου μου, οι εποχές που φεύγουν/ και η τωρινή που ζει, κι ο ήχος της. Έτσι/Στην απεραντοσύνη αυτή πνίγεται η σκέψη μου/και ναυαγώ γλυκά σε τέτοια θάλασσα». Έτσι και ο Β. Φλαμπουράρης στο ποίημα, «Ο κλόουν του ουρανού» παραδέχεται το μάταιο του εγχειρήματος: «Έστησα μια αιώρα σε δυο τεράστιους κορμούς/ μήπως και ταξιδέψω πάνω απ’ τα σύννεφα./ Μα εκείνα είχαν διαφορετική γνώμη./ Κατάβρεξαν την ανεμελιά μου –τον άκρατο ρομαντισμό μου./ Θέλησα να υποδυθώ τον πιλότο της γραμμής του απείρου.»

Οι Αντιθετικοί Παραλληλισμοί αρχίζουν με ένα ποίημα σκληρό που μιλά για κτητικότητα και καταστρατήγηση αρχών. Ενώ, αντιθέτως, το ποιητικό ταξίδι κλείνει σε ένα τοπίο ονειρικό  μια νύχτα με πανσέληνο: «Ατενίζαμε το ώριμο κεράσι της πανσελήνου / (…)/ Σαν ταξιδιώτες χαμένοι στον κοσμικό γαλαξία του χρόνου.» Όπως και ο Ισπανός ποιητής Πέδρο Σαλίνας που έγραψε: «Και θα συναντηθούμε /πάνω στις διαφορές/τις ανίκητες, αμμουδιές/βράχους, χρόνια, μόνοι πια/κολυμβητές ουράνιοι,/ναυαγοί των ουρανών.» («La voz a ti debida» , 1939).

Καινοτόμο στοιχείο στα ποιήματα του Β. Φλαμπουράρη είναι η χρήση, στη σύνθεση μερικών ποιημάτων,  των αντιθετικών παραλληλισμών από τους οποίους προέρχεται και ο τίτλος της ποιητικής συλλογής: Αντιθετικοί παραλληλισμοί. Ο παραλληλισμός είναι σχήμα λόγου κατά το οποίο μία έννοια εκφράζεται ταυτόχρονα καταφατικά και αρνητικά με δύο ισοδύναμες εκφράσεις. Στον αντιθετικό παραλληλισμό η δεύτερη έκφραση αναιρεί την πρώτη.  

Τα ποιήματα της συλλογής κινούνται μεταξύ Ρομαντισμού, Αισθητισμού και Συμβολισμού. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι τα ποιήματα του είναι πεζοτράγουδα, χαρακτηριστικό στοιχείο του λογοτεχνικού ρεύματος του Αισθητισμού. Επίσης, οι αισθητικοί ποιητές, την εποχή της άνθισης αυτού του ρεύματος, εμπνέονταν από ζωγραφικούς πίνακες, δημιουργώντας ποιητικές συνθέσεις ιμπρεσιονιστικές. Στοιχείο το οποίο ανιχνεύσαμε και στα εν λόγω ποιήματα. Από την ποίηση των εκπροσώπων του Αισθητισμού λείπει το ονειρικό στοιχείο το οποίο είναι έντονο στους Αντιθετικούς παραλληλισμούς αλλά, επίσης, είναι χαρακτηριστικό στοιχείο του ρεύματος του Συμβολισμού. Αν στους αισθητικούς επικρατεί η εγκεφαλική βίωση των περιστάσεων στην ποίηση του Β. Φλαμπουράρη διακρίνουμε μία συναισθηματική βίωση των καταστάσεων και μία ιδιαίτερη αγάπη για τη φύση. Στοιχεία που χαρακτηρίζουν το ρεύμα του Ρομαντισμού. Ρομαντισμός, αισθητισμός, συμβολισμός εναλλάσσονται στους Αντιθετικούς Παραλληλισμούς και δημιουργούν ένα μουσικό ποιητικό λόγο ρέοντα και μία ποιητική πανδαισία εικόνων, συναισθημάτων και συμβολισμών.  

Λίγα λόγια για τον ποιητή:

Ο Βασίλειος Φλαμπουράρης γεννήθηκε στην Αθήνα το 1973. Είναι επιμελητής Α’ αναισθησιολόγος στο Σισμανόγλειο νοσοκομείο Αθηνών. Έχει εκδώσει τις ποιητικές συλλογές: Ερωτικά σκιρτήματα (Ιωλκός, 2017) και Ανθρώπινο σημειωματάριο (Ιωλκός, 2018). Ομιλεί αγγλικά, βουλγαρικά και σουηδικά, και έχει βραβευτεί σε πολλούς ποιητικούς διαγωνισμούς.

Σχετικά Άρθρα

Σκιές Αγάπης: “Το φάντασμα του Παππού”, της Γεωργίας Μπέλτσου

otavoice

Η Νάνσυ Μπούκλη θα ήθελε να στείλει μια «μέλισσα» να τσιμπήσει τους θυμωμένους οδηγούς

otavoice

Ιάκωβος Καμπανέλλης: Αφιέρωμα στον σημαντικό θεατρικό συγγραφέα

otavoice

Ζωρζ Σαρή: 100 χρόνια από τη γέννησή της

otavoice

“Black Pearl”-Το νέο βιβλίο του Θεοχάρη Μπικηρόπουλου

otavoice

Η Λήδα Χατζηδημητρίου από την «Αγριόπαπια», αποκλειστικά στο OTAVOICE.

otavoice