Την περίοδο της Τουρκοκρατίας η Θήβα είχε δωρηθεί στη Βαλιδέ σουλτάνα (δηλαδή τη μητέρα του εκάστοτε Σουλτάνου).
Η Βαλιδέ είχε κατοχυρώσει με φιρμάνια τα δικαιώματά της, ώστε να μην μπορεί κανείς χωρίς την άδειά της να επιβάλλει πρόστιμα ή να διατάξει συλλήψεις.
Η διοίκηση της Θήβας παρέμεινε στους Θηβαίους κοινοτάρχες ή δημογέροντες.
Η βιομηχανία των μεταξωτών και η γεωργία τα πρώτα χρόνια εξακολουθούν να είναι σε άνθηση, ώστε η Θήβα να συνεχίζει να θεωρείται η πλουσιότερη πόλη.
Μετά την παραχώρηση των πλουσιοχώραφων στους Τούρκους αξιωματούχους, άρχισε η πτώση της οικονομικής άνθησης.
Οι γεωργοί άρχισαν να εγκαταλείπουν τα πεδινά και να φεύγουν προς τα γειτονικά ορεινά χωριά, επειδή δεν άντεχαν τους φόρους.
Η παιδεία ήταν ανύπαρκτη και μοναδική πηγή μάθησης ήταν τα μοναστήρια.
Τις πρώτες μέρες της Επανάστασης, στις αρχές του Απριλίου 1821, ο Βασίλης Μπούσγος υπό τις διαταγές του Αθανάσιου Διάκου κατέλαβε τη Θήβα αμαχητί, ενώ οι Τούρκοι είχαν καταφύγει στη Χαλκίδα μαζί με τις οικογένειές τους.
Οι επαναστάτες κατέλαβαν το ύψωμα του Ανηφορίτη, απ’ όπου, μετά την επιστροφή τουρκικής φρουράς στην πόλη, εξαπέλυαν επιθέσεις μέχρι τον Ιούνιο του 1821, όταν ο Ομέρ Βρυώνης ανακατέλαβε τη Θήβα για τους Οθωμανούς και διέλυσε τους εναπομείναντες επαναστάτες.
Πηγή: ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ 1821 (facebook)