OTA VOICE
Ιστορικές & Λογοτεχνικές Διαδρομές

Αριστοτέλης Βαλαωρίτης: Θανάσης Βάγιας (Ο Βρικόλακας)

Γράφει η Αργυρώ Χατζηπαναγιώτου, Εκπαιδευτικός – Μ.Α. Λογοτεχνίας (Μεθοδολογία και Έρευνα)

Ο Θανάσης Βάγιας είναι ο ήρωας του ομώνυμου φανταστικού ποιήματος του Αριστοτέλη Βαλαωρίτη (1824-1879). Ο ποιητής παρουσιάζει τον ήρωα του, ο οποίος ήταν υπαρκτό πρόσωπο, ως βρικόλακα.

Ο Θανάσης Βάγιας (1765-1834) ήταν έμπιστος σύμβουλος του Αλή Πασά και  επικεφαλής της αλβανικής φρουράς και των υπηρετών του παλατιού του. Το 1812 ο Αλή Πασάς που ήθελε  να εκδικηθεί τους Γαρδικιώτες (Γαρδίκι Ηπείρου), τους έκλεισε, με δόλο, σε ένα πανδοχείο και διέταξε τους στρατιώτες του να τους σκοτώσουν. Λέγεται ότι ο Θανάσης Βάγιας δεν δίστασε να εκτελέσει τη διαταγή.

Ο ερευνητής Χρήστος Δάλλας, όμως, θεωρεί ότι οι κατηγορίες αυτές δεν ευσταθούν, καθώς προέρχονται από τον Γάλλο περιηγητή και ιστορικό Πουκεβίλ, οποίος έτρεφε εχθρικά αισθήματα προς τον Θανάση Βάγια. Συγκεκριμένα γράφει ότι ο Αριστοτέλης Βαλαωρίτης υιοθέτησε χωρίς να ελέγξει τις πληροφορίες αυτές χρωματίζοντας  τον Θ. Βάγια με τα μελανότερα χρώματα και παρουσιάζοντας τον ως βρικόλακα στο ποίημά του: «…τας δυσμενείς δια τον Αθ. Βάγιαν κρίσεις του Πουκεβίλ, ανεξελέγκτως τας υιοθέτησε και ποιητική αδεία υπερθεματίζων έγραφε τα αριστουργήματά του, δι ων έχριεν τον δυστυχή εκείνον, εν μόνον έγκλημα ηδύνατο εαυτώ να προσάψη, το ότι κατώρθωσε να προκαλέση την μήνιν και τους κεραυνούς του φοβερού Πουκεβίλ». (Δάλλας)

Η έχθρα μεταξύ Πουκεβίλ και Θ. Βάγια κατά τον Χ. Δάλλα ήταν για ασήμαντη αφορμή και είχε να κάνει με την επίταξη, που είχε διατάξει ο Αλή Πασάς, κάποιων ημιόνων μεταξύ των οποίων ήταν και του Πουκεβίλ. Την διαταγή εκτέλεσε ο Θανάσης Βάγιας μη λαμβάνοντας υπ’ όψιν το αίτημα του Πουκεβίλ για εξαίρεση. Σύμφωνα με τη διήγηση του Κωνστ. Δ. Τσαούση- Βάγια,συγγενούς, «έκτοτε ο Πουκεβίλ εκήρυξε φανερόν πόλεμον κατά του Θανάση Βάγια, όστις μετά περιφρονήσεως εσήκωνε τους ώμους του, μη γνωρίζων ο δείλαιος οποίον βάρος μετέπειτα θα τους εβάρυνε εκ της κακολογίας του Πουκεβίλ! Αυτό είναι το ιστορικόν του μεταξύ Πουκεβίλ και Θανάση Βάγια ασπόνδου μίσους, την διήγησιν του οποίου πλειστάκις ήκουσα επαναλαμβανομένην εις την οικίαν μου, ότε μικρός ων ήκουον τον πατέρα μου διηγούμενον ταύτην εις ημάς πέριξ της καιούσης εστίας κατά τας μακράς χειμερίους ώρας, ότε έξω της θύρας μας ηκούετο το βογγητό , όχι του «Βρυκόλακα», αλλά του ανέμου σείοντος δυνατά τους κλάδους των δέντρων του κήπου μας….»

Σύμφωνα με το ποίημα του Αριστοτέλη Βαλαωρίτη, ο Θανάσης Βάγιας βρικολακιάζει, εξ αιτίας της εγκληματικής του πράξης,  και τα βράδια πηγαίνει στο σπίτι του τρομάζοντας τη γυναίκα του.

Γράφει στο ποίημα ο Βαλαωρίτης:

“Πες μου τι στέκεσαι Θανάση, ορθός,

βουβός σα λείψανο, στα μάτια μπρος;

Γιατί Θανάση μου, βγαίνεις το βράδυ;

Ύπνος για σένανε δεν είν’ στον ‘Αδη;

 

Τώρα περάσανε χρόνοι πολλοί…

Βαθιά σε ρίξανε μέσα στη γη…

Φεύγα, σπλαχνίσου με. Θα κοιμηθώ.

‘Ασε με ήσυχη ν’ αναπαυθώ.

 

Το κρίμα που ‘καμες με συνεπήρε.

Βλέπεις πως έγινα; Θανάση σύρε.

Όλοι με φεύγουνε, κανείς δε δίνει,

στην έρμη χήρα σου, ελεημοσύνη.

(απόσπασμα)

Στο παρακάτω κείμενο,  ο Αριστοτέλης Βαλαωρίτης εξηγεί το πως εμπνεύστηκε τη συγγραφή του ποιήματος:

Ότε πρώτον ανέγνωσα τις αιμοσταγείς σελίδας, εν αις εξιστορείται η ανήκουστος εκδίκησης του Αλή του Τεπελενλή κατά των Γαρδικιωτών, ομολογώ ότι μάλλον με προσέβαλεν ο χαρακτήρ του τρισκατάρατου Αθανασίου Βάγια παρά το κακούργημα αυτό καθ’ εαυτό.
Είναι αναντίρρητον ότι, αν τη στιγμή εκείνην, καθ’ ήν ο Αλής διέταξε το πυρ, ο αλιτήριος εκείνος δεν επρόσφερε την μιαιφόνον χείρα του, ο τύραννος, βλέπων πάντας τους περί αυτόν ρίπτοντας καταγής τα όπλα και αποποιούμενους να υπακούσωσιν, ήθελε μεταμεληθή και δώσει την χάριν. Τοιαύτης γνώμης είναι και ο Πουκεβίλλος.
Αλλά το αίμα εχύθη ποταμηδόν. Ως πρόβατα κλεισμένα εντός τοιχοκλείστου τετραγώνου, εσφάγησαν ανηλεώς από πρώτου μέχρι τελευταίου επτακόσιοι περίπου Γαρδικιώται. Η σκιά της Χάμκως έπιε μέχρι κόρου την εκδίκησιν, την οποία θνήσκουσα είχεν αφήσει κληροδότημα εις τον υιόν της. Τώρα και φονείς και σφάγια κοιμώνται τον αυτόν ύπνον!
Ο Βεζίρης, φοβούμενος μήπως αι επερχόμεναι γενεαί λησμονήσωσι το λαμπρότερον των κατορθωμάτων του, επρόβλεψεν εν καιρώ να το διαιωνίση, στήσας λίθον εις τον τόπον της
σφαγής, εφ’ ης εχάραξεν Ελληνιστί και Τουρκιστί το ανδραγάθημά του. Ήτο περιττόν· δεν λησμονούνται τοιούτοι θρίαμβοι!
Έμεινεν να διαιωνισθή και η μνήμη του Αθανασίου Βάγια. Αν ο Αλής δεν επρόβλεψε περί τούτου, φοβούμενος ίσως μη ελαττώση την αξίαν της εκδικήσεώς του συμμεριζόμενος τοιαύτην και τοσαύτην δόξαν μετά του αυτουργού της θυσίας, η φωνή του λαού και η παράδοσις δεν έλειψε να το κάμη.
Ενώ εν μια των ημερών συνδιαλεγόμην μετά του αξιοτίμου φίλου μου Ι. Γ. και διετρέχομεν τα περί Αλή Πασά, έπεσεν ο λόγος και επί της σφαγής των Γαρδικιωτών. Τότε τον ηρώτησα αν εγνώριζέ τι περί του Αθανασίου Βάγια, εκείνος δε μ’ απεκρίθη αυτολεξεί τα ακόλουθα:
«Εψόφησε, φίλε μου, σαν σκύλος. Ακόμη τον ξερνά το χώμα… Η γυναίκα του; ξυπόλητη και γυμνή, επήρεν επάνω της την κατάραν του και από θύραν εις θύραν εζητούσε την ελεημοσύνην, έως ότου έσωσε και αυτή, Κύριος οίδε πού, ταις ημέραις της ζωής της. Είναι δίκαιαις οι κρίσαις του μεγάλου Θεού!»
Το διήγημα τούτο μ’ εξέπληξεν. Η φωνή του λαού είναι ως η δικογραφία, εφ’ ης βασιζόμενος ο μέγας Δικαστής προφέρει τας αποφάσεις του.
Ταύτα αρκούσι προς πλήρη κατάληψιν του επομένου στιχουργήματος. Ηθέλησα και εγώ εις το γενικόν ανάθεμαν να ρίψω τον λίθον μου κατά του κακούργου τούτου. Αν δεν επέτυχα του σκοπού, ας αποδοθή το πταίσμα εις την αδυναμίαν του βραχίονος του κατασφενοδίσαντος τον λίθον
.” (Πύλη)

Ο Αριστοτέλης Βαλαωρίτης ήταν από τη Λευκάδα, ποιητής και πολιτικός, θεωρείται σημαντικός εκπρόσωπος της Επτανησιακής Σχολής. Η ποίησή του είναι, κυρίως, εμπνευσμένη από την Επανάσταση του 1821. Ασχολήθηκε, επίσης, με την πεζογραφία συγγράφοντας ως επί το πλείστον δοκίμια. Η γλώσσα που χρησιμοποίησε στο λογοτεχνικό έργο του ήταν η δημοτική.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Δάλλας, Χρήστος, «Περί Βάγια και Πουκεβίλ», Δελτίον της Ιστορικής και εθνολογικής Εταιρείας της Ελλάδος, τομ. Θ’

Πύλη για την Ελληνική γλώσσα, Αριστοτέλης Βαλαωρίτης (1824-1879)

Σχετικά Άρθρα

ΙΣΤΟΡΙΚΕΣ ΚΑΙ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΕΣ ΔΙΑΔΡΟΜΕΣ: Περικλής Γιαννόπουλος: Κλεοπάτρα

otavoice

Η Γκούραινα: Ιστορικό μυθιστόρημα της Ευγενίας Ζωγράφου

otavoice

“Μάρτιαι Ειδοί” του Κ. Π. Καβάφη. Μια αναλυτική προσέγγιση

otavoice

Οι Άθλιοι: Γιάννης Αγιάννης και Επίσκοπος Μυριήλ – Η σχέση των Αγιάννη και Ιαβέρη με τον Ευγένιο Φρανσουά Βιντόκ

otavoice

Οι Άθλιοι: Ο μικρός Γαβριάς και ο πίνακας του Ντελακρουά

otavoice

Γρηγόριος Ξενόπουλος (1867-1951): «Κάποια Χριστούγεννα»

otavoice